Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2014

Abbreviations of a phantom love

             I The penetrating pondering of one's existence. Exasperated thoughts cut deep in the mind. Scars in places no one can see. Breathing the sharp air of self-destruction. Hallucinating about real happiness. The day is gone, the lesson taught. Concealed dark future has been waiting. Insidious grief; Tomorrow, vanished into oblivion. Ethereal madness. Exquisite pain of fragile dreams getting broken. The celebrated fest of sorrow.             ♊ A sadist amour is by my side. True love dissolves into hatred. Abstract memories of a twisted romance. Breathing and touching and feeling... Thrusting and clasping and screaming... An unstoppable nexus no one could break. Once upon a time. Once upon a time... The happy ending got lost. There lies the undeniable emptiness; Still, resolute, eternal. Timeless dark fantasies -torn into pieces. The never ending void between life and everything beyond... No one. Nothing. Silence... The end. Exclamat

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΝΥΚΤΟΣ

Αγαπώ το ξενύχτι, το ποτό και το τσιγάρο. Τις μικρές δόσεις θανάτου που μου υπενθυμίζουν ότι είμαι ακόμη ζωντανή. Αγαπώ το τίποτα, γιατί με βοηθά να αισθάνομαι "κάτι". Υπάρχω ή όχι; Ζω ή πέθανα; Κατά βάθος το ξέρω, οι απαντήσεις βρίσκονται μέσα μου. Θέλω, όμως, στ' αλήθεια να τις βρω; Αγαπώ τα πανσέληνα βράδια, μα πιο πολύ αγαπώ τα άδεια φεγγάρια, γιατί μου θυμίζουν εμένα. Σαν απογοητευμένα "Σ' αγαπώ" που έμειναν μισά και υψώθηκαν στο ουράνιο στερέωμα να μας θυμίζουν την έλλειψη τους. Θέλω να κατηγορήσω κάποιον για τη δική μου κατάντια, για το δικό μου απύθμενο κενό ·  δεν φταίει, ωστόσο, κανείς γι' αυτό που νιώθουμε μέσα μας. Κι όσοι μας αγαπούν στ' αλήθεια θα πρέπει να μας αγαπούν γι' αυτό που πραγματικά είμαστε. Να μας αγαπούν με όλα μας τα κενά και για όλα μας τα μειονεκτήματα...

Ετοιμοθάνατες νότες

Μαύρο νυφικό και γκρίζο πέπλο. Άλλος ένας έρωτας που έσβησε νωρίς. Μουντά πορτραίτα νεκρής φύσης στολίζουν το έρημο δωμάτιο. Μόνη παρουσία οι παράταιρες νότες · χορδές μιας ετοιμοθάνατης κιθάρας. Το κύκνειο άσμα της έμελλε να είναι η αυλαία. Το ρέκβιεμ απατηλών ονείρων, του ανυπεράσπιστου έρωτα, αντηχεί παντού. Στο αυλακωμένο ξύλο στα ραγισμένα πλακάκια στα σκορπισμένα κίτρινα φύλλα. Ερήμωσε η πλάση μαζί με τις καρδιές · το μοιρολόι του απελπισμένου έρωτα δεν ακούγεται πια...

Μαύρα Μεσάνυκτα

Μια φωνή ακούστηκε στο βάθος... Εκεί, στο τέλος του κόσμου. Το τελευταίο φως σ' ένα σύμπαν που επικρατεί μονάχα σκοτάδι. Εκεί που τα χρώματα σβήνουν, κι έτσι, μουντά, δεν θέλει να τα βλέπει κανένας. Οι ήχοι σιώπησαν ξαφνικά κι αντιλαλεί παντού η μουσική της σιγής. Χρόνια χαμένα κι όσα δεν έζησες σε αντικρίζουν περιπαικτικά πριν εξαφανιστούν · δεν θα γυρίσουν ξανά. Διωγμένοι, κατατρεγμένοι, από κάθε Παράδεισο, από κάθε ευτυχία, άνθρωποι μόνοι. Νόμιζα ήταν η Κολαση. Τελικά ήταν μονάχα το Καθαρτήριο...

Παραδεισένια Ναυάγια

Μεγαλώνουμε μόνοι. Όσοι άνθρωποι κι αν μας περιστοιχίζουν, η μοναξιά γίνεται η ταυτότητα μας. Μέσα στο πλήθος διακρίνεις καραβοτσακισμένες ψυχές, βυθισμένες ελπίδες, συντρίμμια αθωότητας. Άγνωστες ιστορίες συνθέτουν ένα σκοτεινό κολλάζ, ένα ρέκβιεμ για μοναχικές καρδιές. Άκουσε το τραγούδι, είναι η μελωδία του πόνου σου. Άνοιξε την καρδιά σου, αγκάλιασε τον και γίνετε ένα. Όταν πάψεις να τον αρνείσαι θα σου μαρτυρήσει τα μυστικά του. Μονάχα έτσι θα μεγαλώσεις · προχωρώντας μόνη. 

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΚΤΕΣ ΤΗΣ ΜΑΚΡΙΝΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΣΟΥ

Άλλο πια δεν έμεινε στη μνήμη μου, μονάχα εκείνες οι ακτές. Νύχτες πανσέληνες · Τα κύματα ψιθύριζαν στα αυτιά μου μια μελωδία μυστική, μεθυστική. δική μου και δική τους. Έτσι έμειναν στη μνήμη -σαν συνωμοσία της φύσης, μαγική.                    *** Κανείς δεν μιλάει πλέον για εκείνον τον απαλό παφλασμό. Οι ζωές τους φαντάζουν πολύ σημαντικές για να αναλώνονται σε αρχαίες μαγείες της φύσης. Κανείς δεν ακούει πια το τραγούδι της. Κανείς δεν υμνεί το μεγαλείο της. Κανένας δεν μιλάει πια για μακρινές ακτές...                    *** Σαν όνειρο, σαν οπτασία, σχηματίζεται η μορφή σου ακόμη στον αφρό. Ο ρομαντικός χορός του νερού και της άμμου μιλά για σένα, μόνο για σένα. Κι ένα "γιατί;" πλανάται στον αέρα. Τα ψαροπούλια σε ψάχνουν και φάλτσα για σένα τραγουδούν μα εσύ δεν εφάνης ποτέ. Και τούτες οι ακτές έχουνε γίνει για σένα χώρες ξένες, μακρινές. Έτσι μιλώ για σένα και για μένα · με νύχτες πανσέληνες, στίχους και κύματα...

Το κυνήγι του πόνου

Ένας κρότος και μετά σιωπή · χάθηκε ο κόσμος μέσα στη δίνη του χρόνου. Τα παλιά, που ακόμη ποθώ, μοιάζουν σαν να μη συντελέστηκαν ποτέ -μια φενάκη σε κόσμο απατηλό. Σαν σκουριασμένη λεπίδα με σκίζει ο πόνος στα δύο · αργά, επίμονα, βασανιστικά. Τι ζητώ και πού ανήκω; Ποιο ουράνιο τόξο έχω για οδηγό; Ο ουρανός σκοτείνιασε, πυξίδα καμιά, μόνο βαδίζω στο άγνωστο. Αναζητώ το ψέμα ή την αλήθεια; Ίαση ή αρρώστια; Στα άδεια μπουκάλια διαγράφεται η επόμενη μέρα, μια στιγμή θανατηφόρας διαύγειας μες τη θολούρα. Πύρινη πένα για μένα κυλά στο χαρτί. Πονώ και λυτρώνομαι συνάμα. Μια κάθαρση που δεν ήρθε ποτέ -δηλητήριο ξανά κυλάει στις φλέβες. Μέχρι να νιώσω εκείνο που ψάχνω, μέχρι ευτυχία και πόνος να γίνουν ένα, μέχρι το τέλος του κόσμου. Κυνηγώντας τα απίθανα, έχασα τα απλά. Κυνηγώντας τις Χίμαιρες, ξέφυγαν τα θηρία της ζούγκλας...

Τέχνης Τραγούδια

          Ι Πάντα εγώ ο καταραμένος ποιητής κι εσύ το λευκό χαρτί που αμαυρώνεται. Εγώ το σκοτάδι κι εσύ ουράνιο φως. Είσαι εσύ ο Παράδεισος κι εγώ ο έκπτωτος άγγελος. Πάντα εγώ ο κακός στο δικό μου παραμύθι. Ο εαυτός μου, ο χειρότερος εχθρός μου και ο μεγαλύτερος φόβος μου. Είμαι εδώ -μ' ακούς;- και γράφω ασταμάτητα. Νύχτες αξημέρωτες, κρυμμένες πίσω από έναστρες περσίδες, διαβάζουν σιωπηλά τους αφηρημένους μου στίχους -ανομοιοκατάληκτους, ατελείς, βυθισμένους στην ταπείνωση. Στίχοι σκυθρωποί και απόκοσμοι γιατί μοιάζουν σε μένα.          Ι Ι Έτσι αγαπούν και πονούνε οι άνθρωποι. Μοναχικές καρδιές, απελπισμένες φιγούρες μες το πλήθος. Είναι η θλίψη μόνιμος σύντροφος και δεν γνωρίζουν γιατί. Δεν έμαθαν ποτέ να μιλάνε με στίχους, δεν συστήθηκαν ποτέ με το σκότος μέσα τους. Μα εκείνο ποτέ δεν τους άφησε, όσο κι αν αγνοούσαν την ύπαρξη του. Σχημάτισε μίζερες μορφές, ανθρώπους μοιρολάτρες ημιμαθή άτομα που δεν ξέρουν να αγαπούν την ποίηση. Δ

Θλιβερές Ιστορίες

Μέσα από τη βροχή αναδύεται εκείνη · μια μορφή λαβωμένης γυναίκας. Σαν να βαδίζει αόρατη, κανείς δεν την είδε, κανείς δεν την ξέρει. Βαδίζει αμίλητη, σκυθρωπή, μια μελαγχολική φιγούρα στο πλήθος. Τι ψάχνει άραγε; Σκόρπιες εικόνες περνούν απ' το μυαλό της, στο βάθος πάντοτε εκείνος. Ο τέλειος άγνωστος -τον ερωτεύτηκε αιφνιδίως. Σαν κοριτσάκι δεκαέξι χρόνων που γνώρισε τον κεραυνοβόλο έρωτα. Συνεχίζει να προχωρά πληγωμένη, φορώντας ένα γυάλινο προσωπείο -έτοιμο από στιγμή σε στιγμή να σπάσει. Γιατί δεν την παρατηρεί κανείς; Μια ιστορία κάποτε όμορφη αρχειοθετήθηκε κι εκείνη στην κατηγορία της τραγωδίας. Ο απογοητευμένος έρωτας καταχωνιάστηκε στο σκουριασμένο συρτάρι. Τα άλλοτε ζωτικά συναισθήματα έγιναν θηλιά στο λαιμό -και την έπνιξαν. Σκοντάφτει και σωριάζεται στο μονοπάτι. Μονάχη και αβοήθητη, εκτεθειμένη στην ανελέητη μοίρα. Ο κόσμος προσπερνά βιαστικός · κανείς δεν έχει χρόνο για θλιβερές ιστορίες...

Εσύ ο άγνωστος

Σε ποιους κήπους να κοιμάται άραγε η ηρωική ψυχή σου; Και ποια μελωδία τη νανουρίζει; Στο μαγικό πέπλο της Μοίρας υφασμένο από κύματα και νύχτα κεντήθηκαν τα ταξίδια σου. Με δάκρυα και πνιχτές κραυγές σφυρηλατήθηκε το ξίφος της δόξας. Άγγιξε το, σε περιμένει τρανό πεπρωμένο. Ακουστά σ' έχει η φύση · το θρόισμα των φύλλων τραγουδάει για σένα μέρα και νύχτα. Τα σκυλιά, στο φεγγαρόφως, αλυχτούν για σένα. Θρηνούν τις μέρες που πήρες το λάθος μονοπάτι. Που άφησες τις δικές σου στιγμές να σε προσπεράσουν. Τα άστρα κοιτούν από ψηλά περιμένουν τη μέρα που θα αγγίξεις το μεγαλείο και σύσσωμο το ουράνιο στερέωμα θα σε υμνήσει με μια πρωτόγνωρη λάμψη. Θρηνώ τις νύχτες που πέρασαν και τις μέρες που δεν θα έρθουν ποτέ ξανά. Θρηνώ για σένα που μιζεριάζεις στην καθημερινότητα σου. Άλλος ένας ανώνυμος άνθρωπος μες το πλήθος. Μια αθόρυβη ύπαρξη στους αιώνες. Ένα ακόμη πεπρωμένο που έσβησε πριν λάμψει.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Ακριβή Κληρονομιά Τι έχω, άραγε, να χαρίσω σε όποιον ανακαλύψει -έστω τυχαία- τα χειρόγραφα μου; Θα είναι μια εμπειρία μαγική ή ένα απλό ξεφύλλισμα; Τι θα σκεφτεί όποιος διαβάσει τυχαία τις απόκρυφες σκέψεις μου; Είναι άραγε κάτι που θέλει να διαβάσει; Θα'ναι αντάξιο εύρημα για έναν "κατά λάθος αναγνώστη"; Κι αν εν τέλει αγαπήσει τη σκοτεινή μου πρόζα και τους φεγγαρογητεμένους μου στίχους ποια θα 'ναι η επόμενη κίνηση; Θα μοιραστεί με άλλους τα θραύσματα της καρδιάς μου ή μήπως θα τα ξεχάσει στα επόμενα βήματα; Σαν να μην υπήρξαν ποτέ, σαν να μη σήμαινε τίποτε εκείνη η στιγμή... Θα μπορούσαν, άραγε, τα χειρόγραφα μου να γίνουν σχέση ζωής ή είναι καταδικασμένα να βυθιστούν στη λήθη, σαν μια ερωτική περιπέτεια που έχει οριστικά τελειώσει;

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Ψάχνοντας την ολοκλήρωση στους ανθρώπους,  τη βρήκα εν τέλει στο χαρτί. Ζούσα μια επίπλαστη ευτυχία, ώσπου παραδέχτηκα ότι δεν άνηκα εκεί. Έδιωξα εκείνους που δεν ταίριαζαν στο θλιβερό κολλάζ μου. Η ευτυχία τους με μόλυνε. Το ψέμα της ύπαρξης, που ενστερνίστηκαν, θέλησα να το βγάλω εκτός των δρύινων πυλών του μυαλού μου. Βασιλιάς των νέων κόσμων το χέρι μου, που ακόμη οδηγεί ψυχαναγκαστικά το νου μου στη συγγραφή... Ένα πλάσμα σκοτεινό -σαν την ψυχή του- που ξέφυγε από κόσμους με Χίμαιρες και δράκους. Από χώρες που δεν γνώρισε κανείς, ποτέ. Όλοι μου είπαν ότι τους φαντάστηκα · το έκανα τόσο δυνατά που πλέον υπάρχουν -στ' αλήθεια;- μόνο για μένα. Επέλεξα να βαδίσω κι εγώ στο μονοπάτι με τα κίτρινα τούβλα. Γνώρισα μάγισσες, βασιλόπουλα, κακοποιούς. Αγάπησα ρεμάλια του δρόμου, απροσάρμοστους, θλιβερές ιστορίες. Τις ένιωσα μέσα μου, κι ήταν σαν να τις ζούσα χίλια χρόνια. Κόλαση και Παράδεισος μαζί. Κι αν δεν τα έζησα, ήταν η φαντασία τόση, που -δεν μπορ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΝΥΚΤΟΣ

Είναι στιγμές που νιώθω ότι ο χρόνος έχει παγώσει για μένα, ενώ οι ζωές των άλλων τρέχουν, τρέχουν ασταμάτητα. Κι εγώ εδώ, μόνη, στάσιμη. Κάποτε είχα γράψει ότι και το κενό είναι συναίσθημα. Ακόμη το πιστεύω. Ακόμη το νιώθω. Πώς περιγράφεις άραγε ένα συναίσθημα ανύπαρκτο; Σημείο αναφοράς μου, ακόμη, οι νύχτες και το φεγγάρι. Συμμέτοχοι -ή συνένοχοι άραγε;- στις συγγραφικές μου απόπειρες, κοινωνοί των σκοτεινών μου συναισθημάτων, μόνοι μάρτυρες των όσων συντελούνται στην ψυχή και το χαρτί μου... Γράφω, αλλά το γράφω; Τι είναι εκείνο που προκαλεί το χέρι να κυλήσει επάνω στο χαρτί, την καρδιά να νιώσει ξανά, τα μάτια να δακρύσουν; Τις στιγμές εκείνες, που γίνομαι ένα με τον πόνο μου και σέρνομαι συναισθηματικά, κυλισμένη στην αυτολύπηση, που το κενό παίρνει τον έλεγχο της σακατεμένης μου ύπαρξης, τόσο, που γίνομαι εγώ η ίδια ένα κινούμενο κενό, τι είναι αλήθεια και τι ψέμα; Σταμάτησε ο χρόνος στ' αλήθεια ή μόνη μου βυθίζομαι στην κινούμενη άμμο; Κινούνται, άραγε, όσοι βρίσκον

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

03.07.2014 21:01 -Τι γράφεις; -Δεν ξέρω. Μπορεί τίποτα, μπορεί και τα πάντα... Δεν είμαι καλά. Όχι ψυχολογικά, αυτά είναι παλιοί μου σύντροφοι εδώ και χρόνια. Σωματικό είναι το πρόβλημα. Δεν ξέρω πώς και γιατί, αλλά αυτή η σωματική εξαθλίωση πάντα κινούσε το χέρι μου να γράψει. Τι ακριβώς να γράψει ήταν πάντα ασαφές. Ίσως απλά να αρκεί να γράψει, ίσως αυτό να είναι το μόνο που θα με κάνει καλά. Σαν την ανάσα... Δεν έχει τόση σημασία το πώς θα ανασάνεις, όσο να το κάνεις. Έχω βυθιστεί σε Nirvana. Λίγο η ζαλάδα, λίγο τα παυσίπονα, λογικό είναι. Όμως μέσα σε κάτι τέτοιες στιγμές, με θολωμένο νου, καταφέρνω να βρω τη μεγαλύτερη διαύγεια. Παράξενα τα μονοπάτια του μυαλού... Κοιτώ το ερώτημα που έγραψα στην πρώτη γραμμή της άδειας σελίδας. Story of my life.. Πολύ συχνά με βλέπουν σε ανύποπτο χρόνο να καταθέτω ιδέες στο χαρτί και με ρωτούν τι γράφω. Ποια η απάντηση όμως; Ούτε κι εγώ ξέρω τι γράφω. Σκόρπιες ιδέες, σκόρπιες στιγμές.. Δεν μπορούν να καταλάβουν. Δεν έμαθαν πο

Σκοτεινός Παράδεισος

Ο έρωτας και ο θάνατος έγιναν ένα. Η τρυφερή στιγμή χάθηκε · για πάντα. Ποτέ ξανά. Κανείς. Τίποτα δεν θα 'ταν ίδιο. Το τέλος εκεί · κοιτώντας επίμονα. Το σκοτάδι καραδοκεί · μετρώντας θύματα. Ο Σκοτεινός Παράδεισος δεν έχει χώρο για δυο. Εσύ, εσύ, εσύ. Άλλος κανείς. Ψέμα και αλήθεια έγιναν ένα. Τίποτα δεν έχει μείνει. Κανείς δεν σε περιμένει πια. Τώρα ή ποτέ... * Ο μικρός κρότος έσκισε  την υπέροχη σιγή στα δύο και τα νυκτόβια πουλιά  -μόνοι μάρτυρες του κακού- σκορπίστηκαν άτακτα στον ουρανό.  Τίποτε δεν ήταν ίδιο πια... *

Κονσέρτο για έναν

Ατελείωτα καλοκαίρια οι μέρες του έρωτα. Ερωτικοί ψίθυροι ηχούν παντού. Στον παφλασμό των κυμάτων. Στο θρόισμα των φύλλων. Στη βοή του ανέμου. Στο βάθος, να το · Το ερωτικό μυστικό άπλωσε αρχαία μαγεία στην πλάση. Εσύ. Μόνο εσύ. Παντού και πουθενά. Σαν μελωδία. Επίμονη. Μεθυστική. Κονσέρτο για έναν απόψε...

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΝΥΚΤΟΣ

14 Ιουνίου 2014 Ώρα 23:12 Μια ακόμη βαρετή ημέρα πλησίαζε στο τέλος της... Ενώ καθόμουν μόνη, προσπαθώντας να σκοτώσω την τελευταία ώρα μέχρι την πολυπόθητη αναχώρησή μου απ' τη δουλειά, αποφάσισα να γεμίσω τη σιγή του άδειου γραφείου με τις μουσικές περιπέτειες της Lana Del Rey. Κι όπως έπαιζε αργά, απαλά, ίσως μελαγχολικά, το Blue Jeans άθελα μου συλλογίστηκα πως αν ποτέ ερωτευόμουν κάποιον με την πρώτη ματιά, μια αόρατη ορχήστρα θα εκτελούσε αυτό το τραγούδι μέσα στο μυαλό μου. Τότε σήκωσα το βλέμμα. Εμπρός μπροστά μου, πάνω από τα φυτά που κοσμούσαν το σιδερένιο φράχτη, διαγραφόταν ολόγιομο το φεγγάρι. Και καθώς η ολόχρυση πανσέληνος -τόσο κοντά μα τόσο μακριά- έλουσε με το φως της τα μάτια μου, ενώ η μουσική εκείνη υπόκρουση του κεραυνοβόλου έρωτα χάιδευε τα αυτιά μου. Ερωτεύτηκα εκείνη τη στιγμή -σαν να 'ταν η πρώτη φορά. Ερωτεύτηκα ξανά το φεγγάρι και μ' ερωτεύτηκε κι εκείνο, λούζοντας με με λίγο παραπάνω φως. Έμοιαζε σαν να ανέβηκε λίγα εκατοστά πιο ψηλά

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Ποιητικό Έρεβος Ψάχνοντας παρηγοριά στους στίχους άθελα μου οδηγήθηκα στην ομοιοκαταληξία. Ενώ μου έλειψε, δε μπόρεσα να τη μεταχειριστώ. Έμοιαζε ξένη, ρούχο δανεικό. Οι στίχοι μου είχαν χάσει τη χάρη τους. Σκληροί και αδυσώπητοι -σαν εμένα. Το κάλλος φαντάζει για εκείνους αταίριαστο. Η σκοτεινή μου ψυχή σαν σκιά αγκαλιάζει το κείμενο. Το χέρι απλώς εκτελεί εντολές. Ούτε φεγγάρι, ούτε μουσική. Τίποτα δε μπορεί να μαλακώσει μια αποξενωμένη ψυχή. Αυτή είναι η μετάβαση στη μαύρη ποίηση στον καταραμένο ποιητή. Ο καταραμένος ποιητής έγινα εγώ...

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Το τέλος του κόσμου Κι αν οι μέρες τελειώσουν και ο κόσμος οδεύει στην καταστροφή. Αν οι εποχές χαθούν και μείνει μία μονάχα, λειψή. Τι άραγε θα μείνει στον κόσμο; Όταν τα υλικά αγαθά εκλείψουν οι άνθρωποι πού θα στραφούν; Ίσως εγκαταλείψουν  τις απολαύσεις για να αφιερωθούν στα θεία. Ίσως στραφούν στο άπειρο πολεμώντας να απαντήσουν άλυτα ερωτήματα. Ίσως επιδοθούν σε ερωτικές περιπτύξεις παραδομένοι στη λαγνεία ξεχνώντας το τέλος και ζώντας τη στιγμή. Εγώ τι θα έκανα; Ποιο θα ήταν το καταφύγιο μου; Τη δύσκολη στιγμή θα επέλεγα το χαρτί ή τους ανθρώπους; Θα μετάνιωνα, άραγε, την απόφαση μου; Και αν ναι, ποια απ' τις δύο θα ήταν εν τέλει η σωστή; Ποια θα με λύτρωνε; Πώς θα προετοίμαζα καλύτερα την ψυχή μου για την αιωνιότητα;

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Δε θέλω άλλο, παρά να μου επιτραπεί να γράψω· να πετάξω τη φωτιά, που σιγοκαίει τα σωθικά μου, σ' ένα λευκό χαρτί και να τη θάψω μέσα στο μελάνι. Να μου δοθεί, μονάχα, η ευκαιρία...

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Πρέπει να ομολογήσω ότι μου αρέσει να γράφω μεγαλεπίβολα, πομπώδη λόγια στα έργα μου. Λόγια που, υπό άλλες συνθήκες, δε θα πίστευα ούτε εγώ η ίδια. Είναι η ένοχη απόλαυση μου. Άλλωστε, σ' έναν κόσμο όπου όλα μπορούν να συμβούν, κανείς δε θα με κατηγορήσει αν θέλω να διακοσμήσω τη βαρετή πραγματικότητα με μια δόση λαμπυρίζουσας μαγείας...

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Κάποτε μου έφτανε να γεμίσω σελίδες με έρωτες, ίντριγκες και μαγικές περιπέτειες. Όσο έρχομαι, όμως, σε επαφή με αυτή την αγνή δύναμη του μυαλού μου, που κινητοποιεί το χέρι μου -σχεδόν ψυχαναγκαστικά- να γεμίσει σελίδες, τόσο πιο έντονα νιώθω την ανάγκη να βγάλω ένα βαθύτερο νόημα, ένα -όχι ηθικό, μα διανοούμενο- μήνυμα. Αυτή μου η παρόρμηση με σπρώχνει να αφιερώνω προτάσεις και λέξεις στην κινητήριο δύναμη της ψυχής μου. Να γράφω ποιήματα για την ποίηση και συγγράμματα για τη συγγραφή. Να εξυμνώ το δώρο που μου δόθηκε, το ζωογόνο μου χάρισμα: την ικανότητα να αδειάζω το είναι μου στο χαρτί και να δημιουργώ εικόνες, κόσμους και ανθρώπους· ζωές που κινούνται στο ρυθμό της συγγραφικής μου πένας, καθώς αυτή χαράσσει μηνύματα στο χαρτί. Ζωές που κρέμονται από τις διαθέσεις των δαχτύλων μου, η καταστροφή ή η λύτρωση των οποίων εξαρτάται από μένα και μόνο. Το στυλό μού χαρίζει μια πρωτόγνωρη δύναμη, η οποία ορίζει τον κόσμο που δημιούργησα, ως παντοκράτορας. Έτσι, καθώς γεμίζω σελίδες,

Ύμνος σε ένα άπιαστο όνειρο...

Άπιαστα όνειρα χάραξαν το νου μου. Τ' άγγιξα με τη φαντασία μου κι εκείνα μου χάρισαν το φως τους. Μια εμπειρία μαγική απλώθηκε μπροστά μου με χρώματα και ήχους. Φόντο λευκό, ζωγραφισμένο από το χέρι ενός παιδιού. Ποιο να 'ταν άραγε εκείνο το παιδί;               *** Σύντομα μεταμορφώθηκαν, πήραν το τελικό τους σχήμα και κυκλώθηκαν από ομίχλη. Δυσδιάκριτα όνειρα κι εγώ διαβάτης, στην είσοδο, προσπαθούσα να δω τι μου έκρυβαν. Ήταν ντυμένα με έρωτα και νύχτες αξημέρωτες. Στο βάθος μουσική -ζω άραγε ή μήπως πέθανα; Μέσα από την ομίχλη, φάνηκες εσύ. Κυκλωμένος από νότες. Με μάτια που έλαμπαν. Αλήθεια ή ψέμα, δεν έμαθα ποτέ. Και ούτε θέλησα... Ζήσαμε μόνοι, κρυμμένοι απ' όλους. Εγώ κι εσύ. Εσύ, το όνειρο. Ένα όνειρο άπιαστο. Όνειρο απατηλό. Μοναδικός μας σύμμαχος η νύχτα. Νύχτες λευκές. Νύχτες που υπήρξαν μόνο στο νου. Νύχτες παραδεισένιες. Νύχτες που δεν τις έζησε κανείς, παρά μόνο εμείς οι δυο. Δεν τις ξέχασα ποτέ. Εσύ, όμως,

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΓΝΩΡΙΜΙΑΣ

Γεννήθηκα 4 Δεκέμβρη, μόλις έσβησε το λυκόφως, ώρα 18:43 . Περίμενα να πέσει το σκοτάδι πριν αντικρίσω τον κόσμο για πρώτη φορά. Το σκοτάδι εκείνο το κουβαλώ ακόμη μέσα μου. Στις σελίδες που γράφω, μόνη μου, στο σκοτάδι ξανά. Γεννήθηκα Δεκέμβρη, απόγευμα, στον αστερισμό του Τοξότη . Ζώδιο, λένε, διανοούμενων. Οι Τοξότες είναι συχνά φιλόσοφοι, συγγραφείς, άνθρωποι σκεπτόμενοι, με φαντασία, αιώνια παιδιά. Κοιτάζω ονόματα. Mark Twain, Jane Austen, Nostradamus, Friedrich Engels, William Blake, C.S. Lewis, Walt Disney... Επέλεξα κι εγώ αυτό το μονοπάτι ασυνείδητα. Χωρίς να ξέρω, βρέθηκα κι εγώ να πολεμώ με λέξεις, να ταξιδεύω σε κόσμους υπαρκτούς κι ανύπαρκτους με τη φαντασία μου. Γεννήθηκα την 4η ημέρα του Δεκέμβρη . Η τετάρτη Δεκεμβρίου είναι η πρώτη μέρα που οι Εβραίοι προσεύχονται για βροχή. Έτσι κι εμένα με σημάδεψε αυτή η μέρα κι έμαθα να σιωπώ και να ακούω τη βροχή. Να δημιουργώ μ' αυτή τη μουσική υπόκρουση. Να νιώθω ζωντανή όταν η αστραπές φωτίζουν το μαύρο ουρανό, ο ά

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Πολλοί πιστεύουν ότι συγγραφή είναι να τοποθετείς λέξεις και γράμματα στη σειρά... Κάνουν λάθος. Συγγραφή σημαίνει καταρχήν σκέψη, διανόηση, η δύναμη του νου να ξεφεύγει από τα πρότυπα και να ταξιδεύει σ' ένα κόσμο χωρίς κανόνες. Μια διάσταση αποκλειστική, ελιτίστικη σχεδόν. Οι δημιουργοί, καλλιτέχνες, συγγραφείς -πείτε το όπως θέλετε- ήταν πάντα αταίριαστοι άνθρωποι, ριζοσπάστες, τρελοί, ονειροπόλοι, επαναστάτες, απροσάρμοστοι. Εκείνοι ήταν πάντα οι απόκληροι της αποστειρωμένης, ηθικά, κοινωνίας. Το γράψιμο για μένα ήταν πάντα μια διαφυγή. Ήταν -και είναι ακόμη- το καταφύγιο μου. Ήταν ο μόνος τρόπος που βρήκα για να αδειάζω το "μαύρο κουτί" του μυαλού μου. Το λευκό χαρτί είναι, πράγματι, το μόνο μέρος όπου μπορώ πραγματικά να είμαι ελεύθερη. Ελεύθερη να δημιουργώ και να εκφράζομαι δίχως νόρμες, δίχως ορθά πρότυπα, δίχως προσποίηση, δίχως μάσκες, μακριά απ' όσα "δήθεν" φορέσαμε για να γίνουμε κοινωνικά αποδεκτοί. Σκέψεις πολλές έχουν βασανίσει το μυαλό

Ένα παραλίγο παραμύθι...

Δυο καθημερινοί άνθρωποι. Ένας νεανικός έρωτας. Μια ιστορία που δεν έγινε ποτέ παραμύθι. Μια φορά κι έναν καιρό η Μ. γνώρισε τον Σ. κι έγιναν ζευγάρι. Η ιστορία που ακολουθεί δεν είναι παραμύθι. Γνωρίστηκαν όπως όλοι οι συνηθισμένοι άνθρωποι. Ίσως όχι όλοι. Η γνωριμία τους, όμως, ήταν η τυπική γνωριμία εφήβων. Δυο 17χρονοι μαθητές Λυκείου που βρέθηκαν στο ίδιο τραπέζι μιας κοινής παρέας, σ' έναν κατά τ' άλλα συνηθισμένο απογευματινό καφέ. Μαθητές της ίδιας τάξης, στο ίδιο σχολείο, αλλά σε διαφορετικά τμήματα. Άγνωστοι μέχρι τότε, αόρατοι ο ένας για τον άλλο. Μια πεζή ιστορία, αλήθεια, και βαρετή. Ερωτεύτηκαν με όλη την ορμητικότητα των νιάτων τους, όσο θα μπορούσαν δηλαδή δυο νεαρά παιδιά να γνωρίζουν τι εστί έρωτας. Σε χρόνια πιο αθώα σε σύγκριση με τα σημερινά, όχι πολύ καιρό πριν. Τότε ακόμη που το σεξ δεν ήταν το ζητούμενο, αλλά η ολοκλήρωση. Έννοιες χαμένες τώρα τελευταία. Μοιράστηκαν έναν έρωτα, όχι επικό, ούτε κινηματογραφικό. Έναν έρωτα απλό. Σαν την τροφή. Μι

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΑΛΚΟΟΛ

Υποθέτω πως πάντα ήμουν ανθεκτική στο ποτό... Πάντα έψαχνα έναν τρόπο να ζαλιστώ -να έρθω στο κέφι, έχοντας ωστόσο συνείδηση του τι γίνεται γύρω μου. Οφείλω να ομολογήσω ότι ήταν δύσκολο για μένα.. Έπρεπε να πιω πολύ και τις περισσότερες φορές χωρίς να τηρήσω τους "κανόνες". Αυτή τη φορά επέλεξα ένα πιο "δραστικό" τρόπο να μουδιάσω το νου και τα συναισθήματα μου. Επέλεξα να δοκιμάσω το περίφημο υποβρύχιο - σφηνάκι ουίσκι βυθισμένο μέσα σε ποτήρι γεμάτο μπύρα, το οποίο πίνεις σαν σφηνάκι: μονορούφι. Πριν λίγες μέρες δοκίμασα πειραματικά το πρώτο μου, να διαπιστώσω αν το "σηκώνω". Σήμερα τα διπλασίασα, συνεχίζοντας με λίγα ποτήρια ουίσκι με σόδα. Τελικά το "έχω" ακόμη, κι ας πέρασε καιρός απ' την τελευταία φορά που ήπια. Σύντομα επέλεξα να συντροφέψουν αυτή μου την εμπειρία λαϊκά τραγούδια - πάντα θεωρούσα ότι αυτή η μουσική έχει φτιαχτεί για να συνοδεύει το πιώμα.. Βλέπετε -πείτε το γονίδια, πείτε το συνήθεια, δεν ξέρω- μοιάζει αταίριαστο να

Τη μέρα που σε γνώρισα...

Τη μέρα που σε γνώρισα φώτισε ο κόσμος γύρω μου. Έμοιαζες σαν να ξεπήδησες από ένα παλιό μου όνειρο. Ποτέ μου δεν αντίκρυσα μια οπτασία τόσο αληθινή. Σαν να σταμάτησε εκείνη τη στιγμή ο χρόνος · σαν να υπήρχαμε για λίγο στον κόσμο μόνο εγώ κι εσύ. Στο βλέμμα σου είδα για λίγο τον Παράδεισο. Η φωνή σου έφτανε στ' αυτιά μου σαν μουσική. Το χαμόγελο σου ξεθώριασε όλα τα χρώματα του κόσμου γύρω του. Το άγγιγμα σου μαγικό · δεν ήθελα εκείνη η χειραψία να τελειώσει ποτέ. Δεν χρειάστηκε να σε γνωρίσω. Σε ήξερα από πάντα. Ανάμεσα σε χίλιους ανθρώπους πάλι θα σε αναγνώριζα από τη λάμψη των ματιών σου. Δεν ήταν κεραυνοβόλος έρωτας. Ένιωσα σαν να γνωριζόμασταν από καιρό. Σαν χρόνια να περιμέναμε ο ένας τον άλλον. Πότε θα συναντιόμασταν σε ένα σταυροδρόμι της ζωής. Κλείνω τα μάτια και σ' ονειρεύομαι. Είσαι εσύ μόνη σκέψη μου κι ελπίδα. Σαν να μη μπορεί ο νους μου να σχηματίσει άλλη μορφή παρά μόνο τη δική σου. Δεν μου έκλεψες την καρδιά, ούτε στη χάρισα. Ήτα

Ανακάλυψη ενός παλιού χειρόγραφου...

Η άβυσσος των ματιών σου. Η φλόγα του βλέμματος σου. Δυο ψυχές που γίνονται ένα. Δυο κορμιά, μια στιγμή. Ένα ατελείωτο κυνηγητό. Ω ανεκπλήρωτε έρωτα. Ήρθε η ώρα για το τέλος. Όλα παίζονται απόψε... Μια νύχτα αποπλάνησης. Θύτης και θύμα και οι δυο. Η νύχτα συνεργός σε μια αποπλάνηση. Το σκοτάδι κρατά καλά κρυμμένα μυστικά. Το τόξο του έρωτα πεταμένο σε μια γωνιά. Τα βέλη του έχουν ήδη καρφωθεί. Ο φτερωτός θεός κοιτά συγκινημένος από ψηλά. Αβάσταχτη η γοητεία της αγάπης... ( 2011 )

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΑΛΚΟΟΛ

Συχνά πίνεις για άλλα και καταλήγεις να θυμάσαι άλλα... Αυτό είναι το κόλπο του. Ο εξαίρετος πόνος της μνήμης. Κάθε ποτήρι αλκοόλ κρύβει μέσα του λίγο μαζοχισμό. Μα από ένα σημείο και μετά ο ίδιος ο πόνος γίνεται παυσίπονο. Τότε βρίσκεις μια σπάνια στιγμή ευτυχίας στη λήθη ·  κι ύστερα φεύγει πάλι από εκεί που ήρθε. Φέρνεις το ποτήρι στα χείλη σου κι ανταλλάσσετε ένα αισθησιακό φιλί. Άλλο ένα ταξίδι στη λήθη ξεκινά...

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΑΛΚΟΟΛ

Μες το ποτήρι του ουίσκι διαγράφεται όλη μου η ζωή. Το κάψιμο του αλκοόλ μουδιάζει τα χείλη μου, για να βγουν οι λέξεις απ το χέρι μου. Και τότε αρχίζω να γράφω. Λέξεις ακατάστατες, συγκεχυμένες, κατακλύζουν το μυαλό μου · το χέρι και το στυλό, κοινωνοί αυτής της εμπειρίας, γράφουν πιστά όσα τους δόθηκαν. Κάποιες προτάσεις δε βγάζουν νόημα, τα τσαπατσούλικα γράμματα κρύβουν μέσα τους συναισθήματα ευγενή -αταίριαστα οπτικά με αυτόν τον γραφικό χαρακτήρα. Το τσιγάρο σύντροφος σε τέτοιες συγγραφικές εμπειρίες. Ο καπνός του με κυκλώνει και δίνει τις απαντήσεις. Μέσα του διαγράφονται οι ιδέες που με τη συγγραφική μου πένα προσπαθώ να αγγίξω. Κοιτώ το διαυγές ξανθοκόκκινο υγρό. Μέσα του όλες οι αλήθειες που προσπαθώ να κρύψω. Όχι απ' τους άλλους, απ' τον εαυτό μου. Το "νοθεύω" με Coca-Cola ·   να γλυκίσει και να καταπιώ ευκολότερα τις πικρές αλήθειες. Το ποτό καθαρίζει συνειδήσεις. Το κάθε ποτήρι ένας μικρός θάνατος · περνά όλη η ζωή μπροστά στα μάτια σου και μετά κενό.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Για πολλούς η καθημερινότητα είναι άσχημη. Όχι για μένα. Έχω μάθει να τη βλέπω σαν λευκό καμβά. Την ομορφαίνω με ιδέες και όνειρα. Όνειρα από μετάξι... Ονειροπολώ μέρα και νύχτα. Στη μοναξιά του σπιτιού και στην πληθώρα του κόσμου έξω. Είναι στιγμές που ονειροπολώ ενώ βρίσκομαι με παρέα. Στιγμιαία, μονάχα, αφαιρούμαι, μα η φωνή των φίλων με επαναφέρει στην πραγματικότητα. Ζοφερή ή όχι, δεν ξέρω να σας πω. Στο νου μου τη ζούσα πάντα σαν drama queen. Δεν το έμαθε κανείς, ποτέ. Μόνο εσείς το ξέρετε. Τα όνειρα μου παίρνουν συχνά μορφή -έχω το συνήθειο να τα φυλακίζω σε λέξεις ή στίχους. Τις πιο πολλές φορές το έργο μένει μετέωρο, δίχως τέλος · μια άλλη ονειροπόληση έχει τρυπώσει στο μυαλό μου. Δεν τις πετώ ποτέ στον κάλαθο των αχρήστων τις μισοτελειωμένες σκέψεις. Μόνο τις αναβάλλω επ' αόριστον, μέχρι το όνειρο να μου χτυπήσει ξανά την πόρτα. Ίσως αύριο ολοκληρώσω τη σκέψη που ξεκίνησα πριν δέκα χρόνια. Μπορεί, δεν ξέρω. Ίσως να καταπιαστώ με μια καινούρια. Ίσως να δώσω μια ολότ

Όνειρα από μετάξι

Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν σε κόσμους ονειρικά πλασμένους. Όχι γιατί γεννήθηκαν εκεί, μα επειδή το επέλεξαν. Ο αληθινός κόσμος ήταν πολύ σκληρός και άχρωμος για εκείνους. Σ' εκείνον τον τόπο άνηκαν. Περιτριγυρισμένοι από όνειρα. Όνειρα από μετάξι... Κάποτε έμαθα κι εγώ ότι ο έρωτας δεν είναι για τους ονειροπόλους. Πέρασα πρώτα μαζί σου 30 λευκές νύχτες. Δική σου. Μόνο. Σου έδωσα ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό και ίσως κάτι παραπάνω. Σου χάρισα το κλειδί που άνοιγε την πόρτα των ονείρων μου. Για να γνωρίσεις την αλήθεια μου. Μα εσύ δε θέλησες αυτό το δώρο. Ζήτησες κάτι ρεαλιστικό, γήινο. Θέλησα τόσο να στο χαρίσω.. Δεν τα κατάφερα. Δεν ήξερα πώς. Βλέπεις.. Δεν ήμουν κομμάτι του δικού σου κόσμου. Ήμουν πάντα κάτι άπιαστο, ένα αερικό που κατοικεί στη χώρα του ονείρου. Προσπάθησα όμως. Σου χάρισα στίχους και πολυσέλιδα γράμματα. Δεν τα εκτίμησες. Σου χάρισα αναμνήσεις και καλά κρυμμένα μυστικά. Τα περιφρόνησες. Κοιτούσες μόνο το μέλλον. Σου χάρισα συναισθή

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΝΥΚΤΟΣ

Στάθηκα μπροστά στον καθρέπτη και κοίταξα την αντανάκλαση εκείνης της άγνωστης γυναίκας. Κι όμως ήμουν εγώ. Έπιασα ένα μαντιλάκι για να αφαιρέσω το μέικ απ που σαν μάσκα έκρυβε το πρόσωπο μου. Κάθε κίνηση αποκάλυπτε κι ένα θαμμένο συναίσθημα. Σαν ένας αρλεκίνος μ' ένα ζωγραφισμένο χαμόγελο. Πάει η πρώτη γωνία, πάει κι δεύτερη. Το χαμόγελο στράβωσε, κατσούφιασε. Απαλά, σαν χάδι, παίρνει μαζί του κάθε τι ψεύτικο. Μαζί με τα τεχνητά χρώματα φεύγει και το βάρος της ημέρας που πέρασε. Φεύγουν τα χρώματα και μένει μόνο ένα πρόσωπο χλωμό, σαν άδειος καμβάς. Ένα δάκρυ κυλάει στο αριστερό μου μάγουλο. Άτιμη μάσκαρα, πάντα τα καταφέρνεις να με κάνεις να κλάψω. Σαν να ξέρεις ότι το έχω ανάγκη εκείνο το δάκρυ κάθε βράδυ. Άλλο ένα πέρασμα με το μαντιλάκι. Το υγρό άγγιγμα είναι μια κάθαρση. Όχι δέρματος, ψυχής. Ξαλαφρώνεις από εκείνα τα συναισθήματα που κρατούσες κρυμμένα μέσα σου, να μην τα δουν οι άλλοι. Τώρα είμαι μόνη. Ελεύθερη να καλωσορίσω κάθε συναίσθημα και κάθε σκέψη -καλή και κακή. Ν

(Απόσπασμα)

Αγάπη είναι να εύχεσαι να είναι ευτυχισμένος, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει ότι δεν θα 'ναι δικός σου. Να ζεις μόνο για το χαμόγελο του. Τα τραύματα του να είναι και δικά σου. Αγάπη είναι να αφήνεσαι στον έρωτα του, επιτρέποντας του να σε καταστρέφει κάθε φορά κι από λίγο. Να του ανοίγεις την πόρτα, ώστε να επιστρέψει όποτε το θελήσει αυτός και να φύγει πάλι αφήνοντας σε διαλυμένη γι' ακόμη μια φορά. Να τον εξουσιοδοτείς εν λευκώ να σε ισοπεδώσει αν το θέλει. Να του δώσεις εσύ η ίδια αν χρειαστεί το μαχαίρι που θα καρφώσει στο στήθος σου. Να μη ζητάς εγγυήσεις ή αποδείξεις αγάπης. Να του δίνεσαι ολοκληρωτικά περιμένοντας το απόλυτο τίποτα. Να ζεις για τα δικά του ψίχουλα αγάπης. Κάθε ανάσα σου να είναι γι' αυτόν, κάθε χτύπος της καρδιάς σου να φέρει το όνομα του. Κάθε λεπτό που ζεις να ανήκει σ' εκείνον. Όλη σου η ύπαρξη να είναι δική του. Ο έρωτας είναι εγωιστικός, ένας αέναος πόλεμος. Μα η αγάπη είναι ανιδιοτελής. Δεν αφορά εσένα, αλλά εκείνον. Τις δικές του ανάγ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Κοιτάζω τον εαυτό μου από ψηλά. Μέσα στην ανθρώπινη μιζέρια και την ανασφάλεια. Μια τελειότητα με όλη του την ατέλεια. Διακρίνω μια αλήθεια που αγνοούσα τόσα χρόνια. Σκοτεινή κι αυτή, σαν κι εμένα. Και κάπως έτσι κατάλαβα.. Ίσως εγώ να ήμουν ο καταραμένος μου ποιητής. Φυλαγμένος στην ανωνυμία του, κρυφός μες το πλήθος. Προσπαθώντας με ουίσκι και στίχους να μουδιάσει τα συναισθήματα του. Ο καπνός να κυκλώνει τις λέξεις και να τους δίνει νέα ερμηνεία. Μόνος περιτριγυρισμένος απ' τους πολλούς. Μια ψυχή ακατανόητη. Πολεμώντας απλώς να ξεχάσει..

Στη γη του καταδικασμένου έρωτα

Ένα διαμαντένιο δάκρυ κύλησε εκεί που υπήρχε κάποτε ένα χαμόγελο. Ενός αγγέλου άγγιγμα Κάπως έτσι άρχισαν όλα.. Μια φορά κι έναν καιρό, ένας άγγελος κι ένας δαίμονας έπεσαν στα δίχτυα της αγάπης. Δεν είναι μια ιστορία αγάπης, αλλά μια ιστορία για την αγάπη. Εκείνη την ολοκληρωτική δύναμη που μερικές φορές κάνει και θαύματα. Ο άγγελος παραδομένος στην άγνοια του, προστατευμένος μέσα στην πλάνη του παραδείσου, δεν ήξερε · ο δαίμονας ήταν κάποτε άγγελος κι αυτή. Ώσπου ήρθε η μέρα που του άνοιξε ένα παράθυρο να δει ο ίδιος τη σκοτεινή της ψυχή. Του έδειξε τα κομματιασμένα της φτερά -ό,τι έμεινε απ' αυτά- και του είπε τα πάντα. Πως ήταν κάποτε κι εκείνη άγγελος. Ότι οι περισσότεροι δαίμονες ήταν άγγελοι που έχασαν τη χάρη τους όταν ακολούθησαν ένα σκοτεινό μονοπάτι. Πώς ξεκίνησε. Πώς κατέληξε δαίμονας που κατοικεί στις σκιές και το ψέμα. Ότι είχε χάσει πλέον τα πάντα. “Ξεκινάμε όλοι από το ίδιο σημείο... Ειρωνεία που καταλή

Εν λευκώ

Τι θα έκανες αν σου χάριζα για λίγο την καρδιά μου; Αν ήταν όλη δική σου, να τη διαχειριστείς όπως νομίζεις εσύ καλύτερα. Αν σ' εξουσιοδοτούσα εν λευκώ να με φτάσεις στα άκρα. Αν αφηνόμουν στο ρίσκο της αγάπης σου. Πώς θα ήταν τα πράγματα τώρα; Αν σου έστελνα λευκά όνειρα να βάψεις τους τοίχους τους με τα δικά σου χρώματα. Ποια θα 'ταν αυτά; Θα φώτιζαν άραγε τη ζωή μου; Ή θα μου επέστρεφες όνειρα μουντά και γκρίζα, στραγγισμένα από ζωή; Αν σου έδινα όλη την εξουσία του κόσμου επάνω στην ψυχή μου, τι θα έκανες; Θα γινόσουν έρωτας; Άραγε θα τόλμαγες; Ή μήπως ζώντας εν λευκώ κι εσύ θα περίμενες επουράνιο σημάδι;

Αιώνιοι οδοιπόροι

Ο Ν. κοιτούσε επίμονα την κοπέλα στο μπροστινό του κάθισμα. Για την ακρίβεια, το μόνο που μπορούσε να διακρίνει ήταν ο κότσος στα μαλλιά της. Ένας μικρός, πεταχτός, ολοστρόγγυλος κότσος. Για λίγη ώρα το κέντρο της ύπαρξης του ήταν αυτός ο αναιδής κότσος. Κι εκείνος, λες κι ήταν ζωντανός, λες κι είχε φυσική -και ψυχική- υπόσταση, τον κοιτούσε κι αυτός. Με θράσος ορθωνόταν μπροστά του -μόνο αυτός ξεχώριζε πάνω απ' την πλάτη του καθίσματος. Κάθε φορά που αναπηδούσε το λεωφορείο, τραμπαλιζόταν κι εκείνος μπροστά του με αγένεια. Για κάποια αδιόρατη αιτία τον εκνεύριζε αφάνταστα. Αυτή η μικρή, ζωηρή τριχόμπαλα του επέβαλλε περιπαικτικά την παρουσία της. Μια δύναμη μέσα του τον διέταζε να τον τραβήξει. Το χέρι του μυρμήγκιαζε ολόκληρο από εκείνη την αφόρητη ώθηση -να το απλώσει και να τραβήξει τον κότσο. Και η ατίθαση σφαίρα να του βγάζει ειρωνικά τη γλώσσα. Χωρίς περίσκεψη, χωρίς αιδώ, για μια ολόκληρη ώρα μόνη του σκέψη ήταν να διαλύσει το αντικείμενο της -αδικαιολόγητης είναι η αλήθε

ΠΕΡΙ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Δε μου αρέσουν οι άδειες σελίδες χαρτί. Ποτέ δε μου άρεσαν. Στα μάτια μου φαντάζουν ένας μεγάλος λευκός καμβάς που περιμένει το ζωγράφο του να το γεμίσει. Οι ζωγραφιές μπορεί να είναι με σχέδια, με χρώματα ή...στη δική μου περίπτωση, με γράμματα. Οι δικές μου ζωγραφιές είναι γεμάτες μικρά, ακατάστατα, λίγο τσαπατσούλικα γράμματα. Κι όμως το τελικό αποτέλεσμα έχει μια ομορφιά, παρά την ασχήμια του. Αντικατοπτρίζουν την ψυχή μου. Στις πιο μαύρες στιγμές που περνάει βρίσκει τον τρόπο να ανακαλύπτει την ομορφιά στην ασχήμια. Να γεννά μια μικρή ζωγραφιά. Κι είναι τα συναισθήματα που χρωματίζουν αυτά τα μικρά τσαπατσούλικα γράμματα και τους δίνουν ζωή.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΣΥΓΓΡΑΦΗΣ

Θεέ μου, εσύ που μου έδωσες την ικανότητα του γραπτού λόγου και ταυτόχρονα αυτό το υπερκινητικό χέρι που όλο γράφει -σχεδόν ψυχαναγκαστικά- και το μυαλό που ταξιδεύει αλλού κι όλο γεννάει ιστορίες, τόσο δυνατές που σχεδόν τις ζω κι εγώ όταν τις φαντάζομαι, πες μου... Προς τι όλα αυτά; Μήπως υπάρχει κάτι στον ορίζοντα που εγώ δεν βλέπω;

Επίγραμμα στη βροχή

Η σκέψη μου επαναστατεί άγρια και όμορφη με τον τρόπο της. Άλλα της ζήτησα να κάνει κι άλλα έγιναν. Ένα ελεγείο θέλησα να γράψω για εκείνο το υδάτινο θαύμα που με αναίδεια χτυπά το παράθυρο μου και στοιχειώνει τα όνειρα μου. Είπα πως θα 'ταν εύκολο -η μούσα δε μου χαμογέλασε. Κι εγώ εδώ, ξημέρωμα μαλώνω με τις λέξεις. Για εκείνη την έμπνευση που δε θέλησε να έρθει. Για τη φαντασία που τώρα τελευταία καταδικάζω σε θάνατο...