[ Page 1 ]
6
του Σεπτέμβρη 2019.
Ώρα
10 και 31 πρώτα λεπτά.
Χτυπάει
το τηλέφωνο. Φέρει τα νέα που ήξερα, που περίμενα, που έτρεμα. Ώρα να φύγω.
Σηκώνομαι,
μα η θολούρα μου με οδηγεί στο νεροχύτη. Αντί να ψάχνω εισιτήρια, πλένω πιάτα.
Σκέψη αδιανόητη να φύγω τρεις μέρες και να αφήσω τα πιάτα λερωμένα. Θυμάμαι τα
εσώρουχα που από χθες είχα βάλει να μουλιάζουν. Θα φύγω και θα τους αφήσω
πλυμένα βρακιά στην απλώστρα. Κάτι να με θυμούνται τις 3 ημέρες που θα λείψω.
Κοιτάω
τη βαλίτσα μου. Έτοιμη αποβραδίς. Σαν να το ήξερα. Σαν να περίμενα αυτή την
πρωινή κλήση. Ο χθεσινός πυρετός έπεσε σήμερα το πρωί, τόσο ξαφνικά όσο
ανέβηκε. Σαν να ένιωθα ότι κάτι ερχόταν, αλλά το σώμα μου δε μπορούσε να
αναγνωρίσει τον εχθρό, πολεμώντας τον με το μόνο τρόπο που ήξερε: τον πυρετό.
Η
ώρα έχει πάει 12. Τα εισιτήρια κλείστηκαν, η λάντζα πλύθηκε, τα βρακιά
απλώθηκαν. Έχω κάνει μπάνιο. Για κάποιο λόγο αδιανόητο το μυαλό μου απασχολεί
μια κρέμα σώματος. Γιατί μου είναι απαραίτητο να πάρω ΑΥΤΗΝ την κρέμα σώματος
μαζί μου;
Ξανά...
Μια σκέψη αψυχολόγητη. Από ένα απροσδιόριστο τόπο του μυαλού μου. Πρέπει να
βάλω lotion προσώπου. Και κρέμα ημέρας. Και primer spray. Εγώ που άλλες μέρες
βαριέμαι να σηκώσω το καπάκι της ενυδατικής.
Πιάνω
τα μαλλιά μου ψηλά. Τα αφήνω κάτω. Κότσος ξανά.
Τι
μου συμβαίνει;
Το
δωμάτιο · η φυλακή μου. Πρέπει να φύγω. Πνίγομαι...
[...]
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου